Άνοιξη 1980: ένα παιδάκι γεννιέται στη Δράμα -εκεί υπήρχε το πιο κοντινό νοσοκομείο σε σχέση με το Ροδολίβος Σερρών, όπου και έζησε τα πρώτα χρόνια της ζωής του-. Ο πατέρας του δεν υποστήριζε καμία ομάδα. Με το ποδόσφαιρο ασχολείτο μόνο αν έπαιζε ΠΡΟ-ΠΟ, στο γήπεδο πήγαινε από αραιά έως ποτέ, για να χαζέψει κάποιο ματσάκι της Δόξας παρέα με κάποιον φίλο, ενώ στα λίγα παιχνίδια που έβλεπε πάντα υποστήριζε τη μικρότερη θεωρητικά ομάδα! Κανείς στην οικογένεια δεν ασχολούνταν με τον αθλητισμό και ειδικά με τον Παναθηναϊκό εκείνα τα χρόνια, ενώ για το νεαρό αγόρι το γήπεδο ήταν σχεδόν άγνωστη έννοια, αφού η μοναδική εικόνα που είχε για τα σπορ ήταν τον πατέρα του να κάθεται κοντά στο τρανζιστοράκι που έπαιζε την εκπομπή «Μικρόφωνο στα Γήπεδα», για να ακούσει πόσο κοντά φτάνει στο «δεκατριάρι». Το παιδάκι, μεγάλωσε και μετακόμισε στα Ιωάννινα. Και βίωσε, κατά την παιδική του ηλικία, την τρέλα που επικράτησε σε όλη σχεδόν τη χώρα με την ανάπτυξη του μπάσκετ. Ήταν η εποχή «με τον Γκάλη, τον Γιαννάκη και τ’ άλλα παιδιά», οπότε και μια ολόκληρη χώρα στεκόταν μπροστά από την τηλεόραση κάθε Πέμπτη βράδυ, για να δει κάτι που σχεδόν κανείς δεν καταλάβαινε πώς παιζόταν, αλλά όλοι μαζί το πανηγύριζαν, έχοντας γίνει, άλλος πολύ, άλλος λιγότερο, φίλοι του ΑΡΗ.

42 χρόνια μετά, το παιδάκι, μεσήλικας άντρας, πλέον, έχει φτιάξει τη δική του οικογένεια και παρόλο που δεν είχε σχεδόν κανένα Παναθηναϊκό έρεισμα σαν παιδί, παρόλο που δεν πήγε ποτέ στο γήπεδο σε νεαρή ηλικία με τον μπαμπά του ή με κάποιον κοντινό συγγενή, παρόλο που δεν πήρε ποτέ για δώρο οτιδήποτε με έμβλημα το τριφύλλι, ετοιμάζεται για το πιο φορτισμένο συναισθηματικά ταξίδι του, με προορισμό ένα γήπεδο! Και με απώτερο σκοπό την οριστική «σωτηρία» ενός συλλόγου! Αυτού που οι φανέλες έχουν στο στήθος το τριφύλλι! Χίλια χιλιόμετρα, λοιπόν, αυθημερόν, για ένα ταξίδι με το βλέμμα στο μέλλον, με μοναδική παρέα τις σκέψεις του. Με την πεποίθηση ότι επιτελεί στο ακέραιο το καθήκον του, ότι θα μπορεί να καυχιέται πως αποτέλεσε μέρος της ιστορίας, ότι μέσα του θα ξέρει πάντα πως, ως Μέλος αυτού του ένδοξου και ιστορικού Συλλόγου, έπραξε αυτό που θεωρούσε ότι πρέπει να πράξει, με την προσδοκία ότι συμβάλλει σε κάτι σπουδαίο! Το πώς έφτασε να αποφασίσει ένα τέτοιο ταξίδι ο άνθρωπος που ουδέποτε είχε ως παιδί την παραμικρή επαφή με τον Παναθηναϊκό, μικρή σημασία έχει. Εκείνο που μετράει, στην τελική, είναι ότι το ταξίδι έγινε και όπως ο χρόνος έδειξε, στέφθηκε από επιτυχία!
Τέσσερις ώρες και 411 χιλιόμετρα
Τέσσερις ώρες και 411 χιλιόμετρα μετά την αναχώρηση, λοιπόν και αφού έχεις κάνει μια μικρή στάση για καφέ με τον διαμένοντα στην πρωτεύουσα συντοπίτη, συνοπαδό και φίλο Γιώργο, είσαι έτοιμος να αντικρύσεις για ακόμη μια φορά την ιστορική Λεωφόρο. Όχι για να παρακολουθήσεις ένα παιχνίδι, αλλά για να «παίξεις ο ίδιος μπαλίτσα». Είχα την τύχη πολλές φορές να βρεθώ στο ΟΑΚΑ (κλειστό και ανοιχτό) για αγώνες της ομάδας, είχα την τύχη να βρεθώ πολλές φορές και στη Λεωφόρο για παιχνίδια του Παναθηναϊκού, αλλά το συναίσθημα που ένιωσα όταν πάτησα για πρώτη φορά στη ζωή μου το παρκέ στον «Τάφο του Ινδού», έστω και με πολιτικά, δεν περιγράφεται. Μπορεί για τους πολλούς εκεί έξω να μην λέει τίποτα και να μας κοιτάζουν σαν να ήμαστε τρελοί όταν αναφερόμαστε στο χώρο αυτό, αλλά ειλικρινά θεωρώ ότι αν είσαι οπαδός του Παναθηναϊκού, πρέπει να προλάβεις ΟΠΩΣΔΗΠΟΤΕ να βιώσεις την εμπειρία αυτή. Μπορεί, επίσης, για τους εν Αθήναις οπαδούς μας να θεωρείται αυτονόητο το να έχεις επισκεφτεί το Ναό, αλλά για εμάς τους υπόλοιπους που διαμένουμε εκατοντάδες χιλιόμετρα μακριά, πιστέψτε με, δεν είναι και το πιο απλό πράγμα. Η αύρα που εκπέμπει ο χώρος, οι μνήμες που ξυπνάνε μέσα σου από ιστορικά παιχνίδια (έστω κι αν τα έχεις ζήσει μέσω της τηλεόρασης ή μέσα από ιστορίες που διάβασες), ο «μύθος» που έχει δημιουργηθεί γύρω από το συγκεκριμένο γήπεδο αρκούν για να αποζημιώσουν τα έξοδα και τον κόπο που έκανες, ώστε να λάβεις μέρος διά ζώσης στην ιστορικής σημασίας εκλογική διαδικασία για το νέο γήπεδο του Παναθηναϊκού.
Ειδικά δε από τη στιγμή που, κατά την έξοδο από τον «Τάφο του Ινδού», πέφτεις πάνω στη ζωντανή ιστορία της ομάδας βόλεϊ. Και βέβαια, με την απλότητα που τον διακρίνει, ο Σωτήρης δεν θα μπορούσε να αρνηθεί μια selfie για ενθύμιο: «Ε, άμα έρχεσαι από τα Γιάννενα μόνο και μόνο για να ψηφίσεις, ρε φίλε, θα βγάλουμε μια φώτο». Όχι ότι θα αρνιόταν αν δεν είχα έρθει από μακριά, αλλά λέμε τώρα.

Κι αμέσως μετά, βγαίνεις έξω, βγάζεις τη μάσκα (υπήρχαν ακόμη μέτρα για τον κορονοϊό) και βλέπεις γύρω σου εκατοντάδες Παναθηναϊκούς να συζητάνε σε πηγαδάκια. Άλλοι με τις φόρμες τους, άλλοι ντυμένοι casual, άλλοι κουστουμαρισμένοι. Άπαντες, όμως, με την αγωνία ζωγραφισμένη στο πρόσωπο -ό,τι κι αν ψήφισε ο καθένας, κρινόταν το μέλλον ολόκληρου του Συλλόγου-. Και ταυτόχρονα με την ανακούφιση ότι μπόρεσες και συμμετείχες στη διαδικασία, σε διαπερνάει ένα ρίγος. Διότι, πλέον, ξέρεις ότι θα μπορείς να λες στα παιδιά σου και στα εγγόνια σου ότι ήσουν κι εσύ εκεί! Θα μπορείς να καυχιέσαι στις παρέες ότι έζησες την ιστορικότερη εξωαγωνιστική στιγμή του ΠΑΝΑΘΗΝΑΪΚΟΥ ΑΘΛΗΤΙΚΟΥ ΟΜΙΛΟΥ όχι ως θεατής, αλλά συμμετέχοντας ως ΜΕΛΟΣ του Συλλόγου και παίζοντας ρόλο ενεργά στην πιο σημαντική απόφαση που ελήφθη, ίσως, από την ίδρυσή του!

Και κάπως έτσι ξεκινάς το δρόμο της επιστροφής, έχοντας διαρκώς το ραδιόφωνο ανοιχτό, μπας και ακούσεις κάποια είδηση, κάποια εκτίμηση για το αποτέλεσμα. Κι έχοντας το νου σου στον επόμενο καφέ με την Παναθηναϊκή παρέα, ώστε να τους εξιστορήσεις όσα βίωσες! Μα, πάνω απ’ όλα, νιώθοντας υπερήφανος που, ανεξαρτήτως τελικού αποτελέσματος, ήσουν ένας από τους 2.994 ανθρώπους που καθόρισαν το μέλλον του ΠΑΝΑΘΗΝΑΪΚΟΥ! Νιώθοντας υπερήφανος που αποφάσισες, τελικά, να κάνεις αυτό το ταξίδι, με το βλέμμα στο μέλλον!